Μιλήσαμε με τους υπεύθυνους του Δήμου Αθηναίων και των παρατάξεων για τις αλλάγες στα τραπεζοκαθίσματα που εισηγείται το υπουργείο Πολιτισμού.
Τραπεζοκαθίσματα στην πλατεία Ομονοίας: Η απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού, η θέση του Δήμου Αθηναίων και των παρατάξεων Ανοιχτή Πόλη και Αθήνα Είσαι Εσύ
Θα πήγαινα για καφέ στην Ομόνοια; Το ερώτημα μου ήρθε στο μυαλό διαβάζοντας την είδηση ότι το υπουργείο Πολιτισμού ενέκρινε την πρόταση του Δήμου Αθηναίων για την οριοθέτηση χώρου ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων στην πλατεία. Τα τραπεζοκαθίσματα βέβαια υπήρχαν ήδη, από την εποχή της καραντίνας, κι εγώ έπινα διπλό ελληνικό με 3 ευρώ σε ένα από τα τραπεζοκαθίσματα μεγάλου ξενοδοχείου. Κι έτσι όπως είχα στα δεξιά και το σιντριβάνι σε απόσταση αναπνοής, ήταν σαν να παρακολουθούσα ελληνική ταινία της δεκαετίας του 1960. Είναι 4-5 καταστήματα και δύο ξενοδοχεία που έχουν βγάλει τραπεζοκαθίσματα στην πλατεία. Κάποια, σαν αυτό που καθόμουν, είναι καλαίσθητα, περιποιημένα, είναι όμως κι εκείνα που θυμίζουν επαρχιακή ταβέρνα.
Όπως και να έχει, η εικόνα τους δεν μοιάζει καθόλου με αυτά που αναφέρονται στην απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού: πρέπει, λέει, αν υπάρχουν σκίαστρα να είναι κινητά υπόλευκου χρώματος, τα διαχωριστικά να είναι επίσης κινητά, να μην είναι πιο ψηλά από ενάμιση μέτρο και να μην έχουν επάνω τους επιγραφές και διαφημίσεις και να μην υπάρχουν σταθερά υπόβαθρα, ξύλινα ή από άλλο υλικό, τύπου deck. Εγώ βρισκόμουν επάνω σε ένα deck και το ερώτημα είναι εάν τώρα θα πρέπει να απομακρυνθούν όλα αυτά. «Θα δούμε πώς θα το διευθετήσουμε, ίσως να ζητήσουμε από το υπουργείο Πολιτισμού κάποια βελτίωση. Δεν επιθυμούμε να δυσκολέψουμε τη ζωή των ανθρώπων που θέλουν να επενδύσουν στην περιοχή, αυτό που επιδιώκουμε είναι η αναβάθμισή της, με σεβασμό σε όλους τους πολίτες», αναφέρει ο Βασίλης Κορομάντζος, αντιδήμαρχος Δημοτικής Αστυνομίας και Κοινόχρηστων Χώρων. Προσθέτει ότι ο δήμος απευθύνθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού, μιας και στην πλατεία υπάρχουν νεότερα μνημεία, όπως τα ξενοδοχεία «Μπάγκειον» και «Μ. Αλέξανδρος», του σπουδαίου Τσίλερ, αντικριστά στην οδό Αθηνάς όπως αυτή ξεκινά (ή καταλήγει) στην Ομόνοια. «Αυτό που θέλουμε είναι να αλλάξουμε τη μορφή της πλατείας Ομονοίας, να δώσουμε ένα κίνητρο για περισσότερες επενδύσεις», λέει ο κ. Κορομάντζος, σημειώνοντας ότι το σιντριβάνι έχει έτσι κι αλλιώς αλλάξει την εικόνα της πλατείας και υπενθυμίζοντας την επένδυση του Μινιόν. Αναφέρει, ακόμη, ότι δεν αλλάζει η έκταση αλλά η χωροθέτηση των τραπεζοκαθισμάτων, ώστε να είναι πιο λειτουργικά στον χώρο. Παράλληλα, το υπ. Πολιτισμού ζητεί στο τμήμα της πλατείας ανάμεσα στις οδούς Αθηνάς και Πειραιώς η ανάπτυξη των τραπεζοκαθισμάτων να είναι ίσων διαστάσεων και να ισαπέχουν από την είσοδο του ΗΣΑΠ, αφήνοντας λωρίδα διέλευσης πεζών γύρω από την είσοδο του υπόγειου σιδηροδρόμου και αντίστοιχα και στο τμήμα ανάμεσα στις οδούς Πειραιώς και Αγίου Κωνσταντίνου.
«Το υπουργείο Πολιτισμού προσπαθεί να αποφύγει τις μόνιμες εγκαταστάσεις και κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση», λέει ο Κυριάκος Αγγελάκος, δημοτικός σύμβουλος με την Ανοιχτή Πόλη. «Παντού στον κόσμο», προσθέτει, «από την εποχή της καραντίνας έχουν εγκατασταθεί τραπεζοκαθίσματα για να μπορούν οι επιχειρήσεις να τηρούν τους υγειονομικούς κανόνες, τώρα όμως καραντίνα δεν υπάρχει και όλο αυτό γύρισε μπούμερανγκ, με τις κατασκευές πολλές φορές να φτάνουν μέχρι το χείλος των πεζοδρομίων, σε βάρος των πολιτών, η προσβασιμότητα των οποίων στον δημόσιο χώρο ολοένα και μειώνεται». Προσθέτει, ακόμη, ότι στη Νέα Υόρκη απαγορεύτηκαν ήδη οι σταθερές και μόνιμες κατασκευές και πλέον επιτρέπονται μόνο οι κινητές. «Σίγουρα οι άνθρωποι θα πρέπει να δουλέψουν, να έχουν έναν χώρο, αλλά σε μια πόλη που δείχνει να πηγαίνει σε μια μονοθεματική κατεύθυνση ανάπτυξης, να τουριστικοποιείται, με 7 ξενοδοχεία να έχουν ανοίξει πρόσφατα στην Ομόνοια, θα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή ώστε να υπάρχει ο δημόσιος χώρος, να μπορούν να κινούνται οι πολίτες», σημειώνει.
Υπέρ μιας γενικότερης μείωσης του χώρου που καταλαμβάνουν τα τραπεζοκαθίσματα τάσσεται η παράταξη του Παύλου Γερουλάνου, όπως μας λέει ο συνεργάτης του, Γιώργος Μπίκος. «Για την Ομόνοια δεν γνωρίζουμε κάτι. Δεν μας έχει έρθει κάποιο συνολικό σχέδιο, αγνοώ αν υπάρχει κάτι τέτοιο. Εμείς λέμε ότι σε ένα γενικότερο πλαίσιο σχεδιασμού του πώς φαντάζεται ο δήμος την πόλη, θα πρέπει να υπάρχει διαφοροποίηση ανά περιοχή, γιατί είναι διαφορετικές και οι ανάγκες, άλλο τα Σεπόλια και ο Κολωνός, άλλο οι Αμπελόκηποι, άλλο το Γκάζι και το Μοναστηράκι. Σε κάποιες περιοχές οι κάτοικοι θέλουν να υπάρχει μια καφετέρια που να μένει ανοιχτή μέχρι αργά, για να υπάρχει κόσμος και ζωή, ενώ σε άλλες μας λένε ότι δεν μπορούν να κοιμηθούν το βράδυ από τη φασαρία. Σε ό,τι αφορά την Ομόνοια, την οποία επιεικώς θα χαρακτήριζα υποβαθμισμένη, ναι, θα έπρεπε να το δούμε πώς θα υπάρχει περισσότερη κίνηση όλες τις ώρες της ημέρας, αλλά στη βάση ενός συνολικού σχεδίου ανάπλασης».
Καθόμουν ακόμη στο καφέ του ξενοδοχείου, επί της πλατείας Ομονοίας. Μια επαγγελματίας της περιοχής έλεγε νωρίτερα για τα τραπεζοκαθίσματα ότι περισσότερο εξυπηρετούν τους τουρίστες και πιο πολύ το καλοκαίρι. Αλλά και ότι κρύβουν τη θέα στην πλατεία. Όντως, από εκεί που καθόμουν, έχοντας τον Hondos απέναντί μου, δεν μπορούσα να έχω οπτική επαφή με το πεζοδρόμιο έξω από τον Hondos – όχι μόνο λόγω των τραπεζοκαθισμάτων, αλλά και των δύο διώροφων τουριστικών λεωφορείων που σταθμεύουν σχεδόν μόνιμα στο σημείο. Ένας άλλος επαγγελματίας, που εργάζεται στα πέριξ της Ομόνοιας 25 χρόνια, έλεγε ότι η πλατεία όχι μόνο έχει αναβαθμιστεί τα τελευταία χρόνια αλλά είναι η μέρα με τη νύχτα, όχι βέβαια λόγω των τραπεζοκαθισμάτων, αλλά του κόσμου που μαζεύουν τα ξενοδοχεία. Έμεινα λίγο να χαζεύω τον κόσμο. Κάποιοι στέκονταν στο ίδιο πεζούλι εδώ και δυο ώρες. Έλληνες, μετανάστες, τουρίστες τριγύρω, πάγκοι με ξηρούς καρπούς και πάγκοι με παλιά βιβλία, λαχειοπώλες και άνθρωποι βιαστικοί να πάνε στη δουλειά ή να γυρίσουνε σπίτι. Η καρδιά της πόλης.